26 Απρ 2013

Όσιος Θεόδωρος Εδέσσης: 100 ψυχωφελή κεφάλαια


Όσιος Θεόδωρος ο Σαββαΐτης 
επίσκοπος Εδέσσης (19 Ιουλίου)


Σύντομη Βιογραφία και Εισαγωγικά Σχόλια


Σύντομη βιογραφία: O άγιος πατέρας μας Θεόδωρος έζησε στα χρόνια της βασιλείας του Ηρακλείου και τον Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου, γύρω στο 660 μ.Χ. Πρώτα αγωνίστηκε τον ασκητικό βίο στη μονή τον αγίου Σάββα - ύστερα, με την ψήφο του Θεού ανέβηκε στον επισκοπικό θρόνο της πόλεως Εδέσσης.

Έκανε πολλά θαύματα και όσο ζούσε και μετά το θάνατο, και με τις θείες διδασκαλίες του έκανε πολλούς μάρτυρες του Χριστού και πολλούς να σωθούν· και στις 19 Ιουλίου απήλθε στις αιώνιες μονές, όπως αναφέρεται στο βίο του που περιέχεται στο βιβλίο «Καλοκαιρινή».

Δεν γνωρίζομε με ακρίβεια αν άφησε και άλλα συγγράμματα· όμως αυτά τα 100 κεφάλαια που φιλοπόνησε, εγκρίθηκαν να συμπεριληφθούν στη συλλογή των νηπτικών. Γιατί παρέχουν πλούσιο τον καρπό της ιερής νήψεως και της πνευματικής ωφέλειας σε κείνους που τα διαβάζουν με επιμέλεια. Και όσοι επιθυμείτε τη σωτηρία σας, ελάτε και θερίστε άφθονα.

Στο τέλος των κεφαλαίων αυτών έχει προστεθεί και το «Θεωρητικό» που επιγράφεται με το όνομα του Θεοδώρου. Βλέποντας ότι αυτό ακολουθεί τον ίδιο νηπτικό χαρακτήρα και έχει την ίδια έκφραση του λόγου με τα 100 κεφάλαια, όπως και από άλλα εύλογα σημάδια, βγάλαμε το συμπέρασμα ότι είναι γνήσιο έργο του ίδιου Θεοδώρου.

Εισαγωγικά σχόλια: Ο όσιος Θεόδωρος, ο και Σαββαΐτης αποκαλούμενος, γιατί ασκήθηκε στη μονή του αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα, αλλά και Εδέσσης λεγόμενος, γιατί εξελέγη επίσκοπος στη Μητρόπολη της πόλεως Έδεσσα της Συρίας, έζησε κατά τον έβδομον αιώνα και ήταν γνωστός ως «μεγάλος ασκητής». Υπήρξε πνευματικότατος και θεωρητικότατος, όπως καταφαίνεται τόσο από τα «Εκατό Κεφάλαια», όσο και από το «Θεωρητικό», που απ' όλα τα έργα του ενσωμάτωσαν μόνον αυτά οι συντάκτες της Φιλοκαλίας.

Στα «Εκατό Κεφάλαια» απαντούμε συχνά: «όπως είπε ένας από τους αρχαίους», πράγμα που σημαίνει ότι εκμεταλλεύεται την πείρα των προγενεστέρων ασκητικών Πατέρων και την αναχωνεύει στην προσωπική του πείρα, ως σύμφωνη, αλλά και για περισσότερη κατοχύρωση της διδασκαλίας του. Υπάρχουν ολόκληρα κεφάλαια ελαφρώς τροποποιημένα που αποτελούν μεταγραφές από τον Ευάγριο και τον άγιο Μάξιμο, τα οποία όμως αποβαίνουν το θεμέλιο άλλων δικών του κεφαλαίων.

Η διδασκαλία του οσίου Θεοδώρου στηρίζεται επάνω στη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας, αναφορικά με την πτώση, την επαναφορά στην πρώτη αγαθότητα δια της αποκαταστάσεως του «κατ' εικόνα» με το άγιο Βάπτισμα, την ελευθερία της ψυχής, τα πάθη και τον πόλεμο του σατανά. Βάσει θεολογικών και ανθρωπολογικών προϋποθέσεων κτίζει την διδασκαλία του περί των παθών, των αρετών και της δυναμικής φοράς της ψυχής προς την κάθαρση, τη μυστική ένωση με τον Χριστό και τη θέωση του νου.

Κατά τον έβδομο αιώνα, που έζησε ο όσιος Θεόδωρος, είχε αναπτυχθεί πλουσιότατη ασκητική και πνευματική γραμματεία, από την οποία φαίνεται ότι ανεπαίσθητα επηρεάζεται, μέχρι σημείου να μην είναι εύκολο να διακρίνει κανείς πότε μεταγράφει από προγενέστερους Πατέρες, πότε διαπιστώνεται ταυτότητα απόψεων και πότε παρουσιάζει πρωτοτυπία.

Και αυτό εξ αφορμής της φραστικής αναπλάσεως των κεφαλαίων. Πάντως είναι άψογα από την άποψη της ασκητικής και θεολογικής παραδόσεως, αφού τα κεφάλαια αναπτύσσονται μέσα στα πλαίσια της πατερικής εμπειρίας, στην οποία αρκετά προσωπικά στοιχεία συνεισφέρει ο Όσιος.

Τα ίδια σχεδόν μπορεί να λεχθούν και για το «Θεωρητικό», που είναι λόγος ασκητικός μεν, αλλά κινείται σε υψηλά επίπεδα θεωρίας και θείου έρωτος. Ελέχθη ότι τα θέματα αυτά αναπτύχθηκαν τον δέκατο τέταρτο αιώνα και γι' αυτό αμφισβητήθηκε η πατρότητα του «Θεωρητικού».

Νομίζομε, ότι ο προβαλλόμενος λόγος δεν ευσταθεί, γιατί μέχρι τον έβδομο αιώνα τα θέματα αυτά είχαν αναπτυχθεί όχι μονάχα από τους Καππαδόκες, τους Αλεξανδρινούς και τους ασκητικούς ΙΙατέρες, αλλά πλούσιο υλικό και ιστορικούς ερεθισμούς πρόσφερε προ των Νεοπλατωνικών και αυτός ο Ιουδαίος Φίλων. Αφήνομε το πόσον επέδρασαν στους αγίους Πατέρες κατά τα μέσα του έκτου αιώνα τα Αρεοπαγιτικά συγγράμματα, που έδωσαν μεγάλη ώθηση στον θεωρητικό βίο και στη φιλολογία περί θείου έρωτος.

Το «Θεωρητικό» είναι μια πλήρης έκθεση των προϋποθέσεων της θεώσεως, μέσα στην οποία σημαντική θέση κατέχει ο θεωρητικός τρόπος ζωής, ως συνεχής ανάταση του νου εις τα νοητά, φυσικά με προσευχή και τη λοιπή παραδοσιακή ασκητική αγωγή. Η θεωρία των νοητών οδηγεί εις τον έρωτά τους και επομένως τα γήινα λησμονούνται.

Χωρίς να πρόκειται για ένα πνευματικό μονοφυσιτισμό, η ψυχή νοεροποιούμενη ευρίσκει την απόλυτη μακαριότητά της στο χώρο των νοητών, όπου ο Χριστός, ο αγγελικός διάκοσμος και τα μακάρια πνεύματα, καταλαμπόμενα από τις ακτίνες του ακτίστου φωτός και πλέοντα στο κτιστό φως της πρεσβυτέρας κτίσεως.

Ο όσιος Θεόδωρος —εάν είναι αυτός ο πατήρ του «Θεωρητικού»—, γνωρίζει αρκετά την γραμματεία περί θείου φωτός, περί πνευματικής θεωρίας, περί της αξίας του νου και των φυσικών και υπερφυσικών κινήσεών του, καταφάσκει στις σωματικές αισθήσεις, αλλά συνιστά την υπέρβασή τους, αναλύει την ανθρωπολογική σύνθεση και τις δυνατότητες του πιστού, δίδει το προβάδισμα στην αγαθή βούληση για ανάβαση του νου στον Θεό και γενικώς, αναπτύσσει παραδοσιακώς την πατερική διδασκαλία για την πνευματική τελείωση.

Το «Θεωρητικό» συνοψίζει βαθειές και πυκνές εμπειρίες και προϋποθέτει πλούσια χάρη, μεγάλο και ελλαμπόμενο νου και υψηλή θεολογική γνώση, και φαίνεται, ότι μάλλον έχει γραφεί στην περίοδο του μονασμού του παρά στον καιρό της ποιμαντικής του δράσεως, αφού είναι προορισμένο να διδάξει τους μοναχούς για τη θεωρητική ζωή, όχι βέβαια στην εκδοχή των φιλοσόφων.

(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, β΄τόμος, σελ. 9-11)


1. Επειδή με τη χάρη του Θεού απαρνηθήκαμε το σατανά και τα έργα του και συνταχθήκαμε μαζί με το Χριστό, τόσο με το άγιο βάπτισμα, όσο και τώρα πάλι με το μοναχικό σχήμα, ας τηρήσομε τις εντολές Του. Αυτό απαιτεί όχι μόνο η διπλή μας ιδιότητα, δηλαδή του Χριστιανού και του μοναχού, αλλά και το φυσικό χρέος, κατά το οποίο, αφού πλαστήκαμε από το Θεό στην αρχή «καλοί λίαν», τέτοιοι πρέπει να είμαστε.

Γιατί αν και η αμαρτία που εισχώρησε από δική μας απροσεξία έφερε μαζί της το παρά φύση, αλλά πάλι ο Θεός μας με το πολύ έλεός Του μας ξανακάλεσε και μας ανακαίνισε μέσω του πάθους του Απαθούς.

Και αγοραστήκαμε με τίμημα το ατίμητο αίμα του Χριστού, και λυτρωθήκαμε από την αρχαία παράβαση που μας κληρονόμησε ο προπάτορας. Αν λοιπόν γίνομε δίκαιοι, δεν είναι τίποτε μεγάλο· αλλά μάλλον το να ξεπέσομε από την αρετή, αυτό είναι ελεεινό και άξιο κατακρίσεως.

2. Όπως το καλό έργο που γίνεται χωρίς ορθή πίστη, είναι τελείως νεκρό και δεν έχει καμιά ενέργεια, έτσι και πίστη μόνη χωρίς ενάρετα έργα, δε μας απαλλάσσει από το αιώνιο πυρ· γιατί ο Κύριος είπε: «Όποιος με αγαπά, θα τηρήσει τις εντολές μου». Αν λοιπόν αγαπούμε τον Κύριο και πιστεύομε σ1 Αυτόν, ας εργαζόμαστε τις εντολές Του για να επιτύχομε την αιώνια ζωή. Αν όμως παραβλέπομε την τήρηση των προσταγμάτων Του, στα οποία πειθαρχεί όλη η κτίση, πώς θα καλέσομε τους εαυτούς μας πιστούς, που έχομε τιμηθεί παραπάνω απ' όλη τη κτίση, και μόνο εμείς απ' όλα τα κτίσματα δείχνομε τους εαυτούς μας ανυπάκουους στα προστάγματα του Δημιουργού και αχάριστους προς τον Ευεργέτη;

3. Όταν τηρούμε τις εντολές του Χριστού, δεν προσφέρομε τίποτε σ' Εκείνον, γιατί δεν έχει από τίποτε ανάγκη και είναι δωρεοδότης όλων των αγαθών. αλλά τους εαυτούς μας ευεργετούμε με το να προξενούμε σ' εμάς την αιώνια ζωή και την απόλαυση των ανέκφραστων αγαθών.

4. Όποιος μας αντιτάσσεται στο να κατορθώσομε τις εντολές του Θεού, είτε πατέρας είναι, είτε μητέρα, είτε οποιοσδήποτε, ας είναι σε μας βδελυ-κτός και μισητός, για να μην ακούσομε ότι «όποιος αγαπά τον πατέρα του ή τη μητέρα ή κάποιον άλλο περισσότερο από εμένα, δεν είναι άξιός Μου».

5. Ας ζώσομε σφικτά τους εαυτούς μας για να εργασθούμε τις εντολές του Κυρίου, για να μη δεθούμε σφικτά με αλυσίδες πονηρών επιθυμιών και ψυχοφθόρων ηδονών που δύσκολα λύνονται, και να μη βγει εναντίον μας η απόφαση για την άκαρπη συκιά, που έλεγε: «Κόψε την από τη ρίζα, για να μην πιάνει άδικα τον τόπο». Επειδή καθένα που δεν κάνει καρπό καλό, τον κόβουν και τον ρίχνουν στή φωτιά.

6. Εκείνος που νικιέται από επιθυμίες και ηδονές και περνά τη ζωή του μέσα στον κόσμο, θα πέσει σύντομα μέσα στα δίχτυα της αμαρτίας. Και η αμαρτία όταν γίνει μια φορά, είναι φωτιά σε ξερά χόρτα, πέτρα που κυλάει στην κατηφοριά, χαράδρα που πλαταίνει τις ρεματιές· και με κάθε τρόπο ετοιμάζει την απώλεια του αμαρτωλού.

7. Η ψυχή όσο βρίσκεται στο παρά φύση, εξαγριωμένη και γεμάτη αγκάθια των ηδονών, είναι κατοικητήριο των αλλόκοτων θηρίων όπως έχει γραφεί: «Εκεί θ' αναπαυθούν ονοκένταυροι, εκεί έχει τα μικρά του ο σκατζόχοιρος και θα συναντήσουν τα δαιμόνια τους ονοκένταυρους»· αυτά είναι τα διάφορα πάθη της ατιμίας. Όταν όμως επιστρέψει στο κατά φύση (γιατί μπορεί να το κάνει αυτό όσο βρίσκεται ακόμη στο σώμα), και εξημερώσει τον εαυτό της με επιμελή καλλιέργεια και ζήσει σύμφωνα με το νόμο του Θεού, τότε τα θηρία που φώλιαζαν μέσα της θα φύγουν και έρχονται οι φύλακες της ζωής μας άγγελοι έχοντας ημέρα χαράς την επιστροφή της. Και η χάρη του Παναγίου Πνεύματος επιδημεί και τη διδάσκει θεία γνώση, ώστε να διαφυλαχθεί στο αγαθό και να προοδεύσει σε μεγάλα.

8. Οι πατέρες ονομάζουν την προσευχή όπλο πνευματικό, και δεν είναι δυνατό χωρίς αυτό να βγει κανείς στον πόλεμο· αλλιώς θα συρθεί αιχμάλωτος στη χώρα των εχθρών. Καθαρή προσευχή δεν μπορεί να αποκτήσει κανείς, αν δεν επιμένει καρτερικά κοντά στο Θεό με ειλικρινή και άκακη καρδιά. Γιατί Αυτός είναι που δίνει την προσευχή στον προσευχόμενο και διδάσκει τον άνθρωπο γνώση.

9. Το να παρενοχλούν τα πάθη την ψυχή και να μας πολεμούν, αυτό δεν μπορούμε να το εμποδίσομε. Το να πολυκαιρίζουν όμως μέσα μας οι πονηρές σκέψεις και να κινούν τα πάθη, αυτό εξαρτάται από εμάς. Και το πρώτο είναι αναμάρτητο, γιατί δεν εξαρτάται από εμάς. Το δεύτερο όμως, αν αντισταθούμε με ανδρεία και νικήσομε, είναι πρόξενο στεφάνων· αν από χαλαρότητα και δειλία νικηθούμε, είναι πρόξενο τιμωριών.

10. Τρία είναι τα γενικότερα πάθη, μέσω των οποίων γεννιούνται όλα τα άλλα: η φιληδονία, η φιλαργυρία και η φιλοδοξία. Σ' αυτά ακολουθούν άλλα πέντε πονηρά πνεύματα και από αυτά γεννιέται μεγάλο πλήθος παθών και διάφορα είδη ποικιλόμορφης κακίας. Εκείνος λοιπόν που νίκησε τους τρεις αρχηγούς και ηγεμόνες, φονεύει μαζί και τους άλλους πέντε και υποτάσσει όλα τα πάθη.

11. Οι αναμνήσεις όσων πράξαμε μ' εμπάθεια, τυραννούν εμπαθώς την ψυχή μας. Όταν οι εμπαθείς ενθυμήσεις εξαλειφθούν ολότελα από την καρδιά μας, τότε έχομε σημάδι συγχωρήσεως των αμαρτιών μας. Γιατί έως ότου κινείται η ψυχή εμπαθώς, είναι φανερή η δύναμη της αμαρτίας επάνω της.

12. Τα σωματικά και υλικά πάθη λιγοστεύουν και μαραίνονται με τις σωματικές κακοπάθειες· τα ψυχικά και μη φαινόμενα, εξαφανίζονται με την ταπεινοφροσύνη, την πραότητα και την αγάπη.

13. Την εμπαθή επιθυμία μαραίνει η εγκράτεια ενωμένη με την ταπεινοφροσύνη· το φλογισμένο θυμό καταπραΰνει η αγάπη· το λογισμό που περιπλανιέται εδώ και εκεί, τον συγκεντρώνει η εντατική προσευχή με ενθύμηση του Θεού· και έτσι καθαρίζεται το τριμερές της ψυχής. Αυτό τακτοποιώντας και ο θείος Απόστολος, έλεγε: «Επιδιώκετε την ειρήνη με όλους και τον αγιασμό, που δίχως αυτόν κανείς δε θα δει τον Κύριο».

14. Μερικοί είχαν απορία, ποιο από τα δύο, οι έννοιες κινούν τα πάθη ή τα πάθη κινούν τις έννοιες; Και άλλοι είπαν το ένα, άλλοι το άλλο. Εγώ λέω, οι έννοιες είναι που κινούνται από τα πάθη. Γιατί αν δεν βρίσκονταν μέσα στην ψυχή τα πάθη, δεν θα την ενοχλούσαν οι εμπαθείς έννοιες.

15. Οι δαίμονες που πάντα μας πολεμούν, έχουν συνήθεια να μας εμποδίζουν από τις πραγματοποιήσιμες και κατάλληλες για μας αρετές, και να βάζουν μέσα μας ισχυρό πόθο για τις αδύνατες και αταίριαστες. Εκείνους που έχουν προκοπή στην υποταγή, τους αναγκάζουν να κάνουν τα έργα των ησυχαστών. Στους ησυχαστές και αναχωρητές βάζουν την επιθυμία της κοινοβιακής ζωής. Αυτή τη μέθοδο μεταχειρίζονται και για κάθε αρετή. Εμείς όμως δεν πρέπει να αγνοούμε τα σχέδιά τους, γνωρίζοντας ότι όλα είναι καλά όταν γίνονται στον καιρό τους και με το μέτρο. Αντίθετα, είναι βλαβερά όλα όσα ξεπερνούν το μέτρο και δεν είναι στον κατάλληλο καιρό.

16. Εκείνους που ζουν μέσα στον κόσμο και είναι κοντά στις αφορμές των παθών, οι δαίμονες τους πολεμούν και παλεύουν να τους ρίξουν στην αμαρτία που γίνεται με την πράξη. Τους ερημίτες, επειδή σπανίζουν τα υλικά πράγματα, τους πολεμούν με τους λογισμούς. Και είναι πολύ φοβερότερος ο δεύτερος αυτός πόλεμος από τον πρώτο. Γιατί ο πόλεμος με τα πράγματα έχει ανάγκη από χρόνο και τόπο και ευκαιρίες. Ενώ ο πόλεμος του νου είναι πιο ελεύθερος και δύσκολα μπορεί να αντιμετωπιστεί. Σ' αυτή την ασώματη μάχη, μας έχει δοθεί ως όπλο η καθαρή προσευχή, γι' αυτό και έχει νομοθετηθεί να γίνεται αδιάλειπτα. Αυτή η προσευχή κάνει το νου δυνατό για τον αγώνα, γιατί μπορεί να εκτελείται και χωρίς το σώμα.

17. Θέλοντας ο Απόστολος Παύλος να δηλώσει την τέλεια νέκρωση των παθών, λέει: «Όσοι ανήκουν στο Χριστό, σταύρωσαν τον σαρκικό άνθρωπο με τα πάθη και τις επιθυμίες του». Γιατί όταν νεκρώσομε τα πάθη και εξαφανίσομε τις επιθυμίες και υποτάξομε στο Πνεύμα το σαρκικό φρόνημα, τότε σηκώνομε το σταυρό και ακολουθούμε τον Χριστό. Επειδή τίποτε άλλο δεν είναι η αναχώρηση, παρά νέκρωση των παθών και φανέρωση της ζωής που είναι κρυμμένη στο Χριστό.

18. Εκείνοι που ταλαιπωρούνται από τις επαναστάσεις του σώματος, το οποίο είναι η έδρα του θανάτου, και παραιτούνται από τον αδιάκοπο πόλεμό του, να μην κατηγορούν την σάρκα, αλλά τον εαυτό τους. Γιατί αν αυτοί δεν της έδιναν δύναμη ικανοποιώντας τις παράνομες επιθυμίες της, δεν θα ταλαιπωρούνταν τόσο πολύ από αυτήν. Ή δεν βλέπουν εκείνους που σταύρωσαν τον εαυτό τους μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες και φέρουν τη νέκρωση του Ιησού στη θνητή τους σάρκα, πώς έχουν τη σάρκα συνεργό μάλλον στα καλά και όχι αντίπαλο, αλλά πειθαρχική και οδηγούμενη από το νόμο του Θεού; Και αυτοί λοιπόν έτσι να κάνουν, και θα απολαύσουν την ίδια ανάπαυση.

19. Κάθε συγκατάθεση του λογισμού προς μια απαγορευμένη επιθυμία, δηλαδή συγκατάνευση ηδονική, είναι αμαρτία στον μοναχό. Πρώτα αρχίζει ο λογισμός με το παθητικό μέρος να σκοτίζει το νου, κατόπιν κλίνει η ψυχή προς την ηδονή, γιατί δεν μπορεί να αντισταθεί στην πάλη. Αυτό λέγεται συγκατάθεση, η οποία είναι αμαρτία. Όταν πολυκαιρίσει, κινεί το πάθος. Και υστέρα έρχεται σιγά-σιγά στην διάπραξη της αμαρτίας. Γι' αυτό μακαρίζει ο προφήτης εκείνους που χτυπούν πάνω στην πέτρα τα νήπια της Βαβυλώνας (δηλ. εκείνους που αποκρούουν αμέσως, μόλις φανούν, τους πονηρούς λογισμούς). Αυτό είναι γνωστό στους συνετούς και φρόνιμους.

20. Οι άγγελοι, επειδή είναι υπηρέτες αγάπης και ειρήνης, χαίρονται για την μετάνοια και την προκοπή μας στην αρετή. Και γι' αυτό φροντίζουν να μας γεμίζουν με πνευματικές θεωρίες και βοηθούν σε κάθε καλό. Αντίθετα οι δαίμονες, επειδή είναι δημιουργοί οργής και κακίας, χαίρονται όταν ελαττώνεται η αρετή και έχουν έργο να κάνουν τις ψυχές να κλίνουν σε αισχρές φαντασίες.

21. Η πίστη είναι ένα αγαθό της εσωτερικής διαθέσεως της ψυχής. Αυτή γεννά μέσα μας το φόβο του Θεού. Ο φόβος του Θεού διδάσκει την τήρηση των εντολών, η οποία λέγεται πρακτική αρετή. Από την πρακτική φυτρώνει η πολύτιμη απάθεια. Γέννημα της απάθειας είναι η αγάπη, η οποία είναι εκπλήρωση όλων των εντολών, τις οποίες συνδέει σφιχτά και συγκρατεί.

22. Όταν η αίσθηση του σώματος είναι υγιής, αισθάνεται ποια αρρώστια το κατέχει, ενώ εκείνος που δεν την καταλαβαίνει, πάσχει από αναισθησία. Έτσι και ο νους, ενόσω έχει πλήρη την ενέργειά του, διακρίνει τις δυνάμεις του και γνωρίζει από που εισχωρούν τα πάθη πιο τυραννικά και προς εκείνο το μέρος δίνει τη δυνατή μάχη. Και είναι φοβερό αν κανείς δεν αισθάνεται, αλλά ξοδεύει τις ημέρες του και μοιάζει μ' εκείνον που πολεμά μέσα στο σκοτάδι, χωρίς να βλέπει τους λογισμούς που τον πολεμούν.

23. Όταν το λογικό μέρος της ψυχής ασχολείται επίμονα και σταθερά με τη θεωρία των αρετών, και το επιθυμητικό στρέφεται με ένταση προς την θεωρία αυτή και προς τον δοτήρα της Χριστό, ενώ το θυμικό οπλίζεται κατά των δαιμόνων, τότε οι πνευματικές δυνάμεις μας ενεργούν κατά φύση.

24. Από τρία μέρη αποτελείται κάθε λογική ψυχή κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο. Την αρετή του λογιστικού την ονομάζει φρόνηση και σύνεση και σοφία. Την αρετή του θυμικού, ανδρεία και υπομονή. Και την αρετή του επιθυμητικού, αγάπη και σωφροσύνη και εγκράτεια. Η δικαιοσύνη είναι διασκορπισμένη σε όλες αυτές και τις κάνει να ενεργούν ανάλογα και κατάλληλα. Με τη φρόνηση πολεμά εναντίον των αντιθέτων δυνάμεων και υπερασπίζεται τις αρετές. Με τη σωφροσύνη βλέπει τα πράγματα απαθώς. Με την αγάπη τέλος πείθει να αγαπάς όλους τους ανθρώπους όπως τον εαυτό σου. Με την εγκράτεια περιορίζει κάθε ηδονή. Με την ανδρεία και την υπομονή οπλίζεται για τους αόρατους πολέμους. Αυτά αποτελούν την αρμονία του ευήχου οργάνου της ψυχής.

25. Εκείνος που φροντίζει για τη σωφροσύνη και ποθεί την μακάρια αγνεία —την οποία δε θα σφάλει κανείς, αν την ονομάσει απάθεια— ας σκληραγωγεί το σώμα του και ας το μεταχειρίζεται σαν δούλο, και με ταπεινό φρόνημα ας επικαλείται τη θεία χάρη, και θα επιτύχει το ποθούμενο. Εκείνος που τρέφει το σώμα του με υπερβολικό φαγητό, θα υποφέρει από το πνεύμα της πορνείας. Γιατί όπως το πολύ νερό σβήνει τη φωτιά, έτσι την έξαψη της σάρκας και τις αισχρές φαντασίες εξαφανίζει η πείνα ή η εγκράτεια ενωμένη με ταπείνωση ψυχής.

26. Το πάθος της μνησικακίας να είναι τελείως μακριά από την ψυχή σου, φιλόχριστε. Μη δώσεις καθόλου τόπο στην έχθρα. Σαν φωτιά κρυμμένη στην καλαμιά του λιναριού, έτσι είναι η μνησικακία που φωλιάζει στην καρδιά. Μάλλον να προσεύχεσαι θερμά για χάρη εκείνου που σε λύπησε και να τον ευεργετείς σε ό,τι μπορείς, για να σώσεις την ψυχή σου από τον θάνατο και για να μην είσαι χωρίς παρρησία στην προσευχή σου.

27. Στις ψυχές των ταπεινών θα αναπαυθεί ο Κύριος, ενώ στην καρδιά των υπερηφάνων αναπαύονται τα πάθη της ατιμίας. Γιατί κανένα άλλο δεν τα δυναμώνει εναντίον μας, όσο οι υπερήφανοι λογισμοί· και κανένα άλλο δεν ξεριζώνει τα πονηρά χόρτα της ψυχής, όπως η μακάρια ταπείνωση. Γι' αυτό εύλογα η ταπείνωση ονομάζεται παθοκτόνος.

28. Η ψυχή σου να είναι καθαρή από πονηρές ενθυμήσεις και να φωτίζεται από άριστες έννοιες, έχοντας πάντοτε στο νου σου εκείνο που έχει λεχθεί, ότι η φιλήδονη καρδιά είναι φυλακή και αλυσίδα στην ώρα του θανάτου. Η φιλόπονη όμως και πρόθυμη στο καλό, είναι πόρτα ανοικτή. Πράγματι, τις καθαρές ψυχές, όταν βγαίνουν από το σώμα, άγγελοι τις οδηγούν, σαν να τις κρατούν από το χέρι, προς την μακάρια ζωή. Ενώ τις λερωμένες και αμετανόητες ψυχές, δαίμονες, αλλοίμονο, θα τις παραλάβουν.

29. Είναι ωραίο το κεφάλι που στολίζεται με πολύτιμο στέμμα, με λίθους ινδικούς και αστραφτερά μαργαριτάρια. Ασυγκρίτως όμως πιο ωραία είναι η ψυχή που είναι πλούσια στη γνώση του Θεού και φωτισμένη από φωτεινότατες θεωρίες και έχει εγκάτοικο το Άγιο Πνεύμα. Και ποιος θα διηγηθεί επάξια την ομορφιά της μακάριας εκείνης ψυχής;

30. Θυμό και οργή, μην αφήσεις να κατοικούν μέσα σου. Γιατί λέει η Γραφή: «Άνθρωπος που θυμώνει, δεν είναι ευπρεπής· στις καρδιές όμως των πράων ανθρώπων θα αναπαυθεί η σοφία»21. Αν το πάθος της οργής κυριεύσει την ψυχή σου, θα βρεθούν καλύτεροί σου αυτοί που ζουν στον κόσμο και θα αισχυνθείς, γιατί θα φανείς ανάξιος της μοναχικής ζωής.

31. Σε κάθε πειρασμό και πόλεμο, να χρησιμοποιείς την προσευχή σαν ανίκητο όπλο, και θα νικήσεις με τη χάρη του Χριστού. Να είναι όμως καθαρή η προσευχή σου, όπως ο σοφός δάσκαλος μας διδάσκει: «Θέλω, λέει, να προσεύχεστε παντού και να υψώνετε όσια χέρια προς τον ουρανό, χωρίς οργή και ολιγοπιστία». Εκείνος λοιπόν που παραμελεί την προσευχή αυτή, θα παραδοθεί σε πειρασμούς και πάθη.

32. Το κρασί ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου, λέει η Γραφή. Συ όμως που έχεις υποσχεθεί να πενθείς και να κλαις, απόφυγε την ευφροσύνη του κρασιού και θα ευφρανθείς με πνευματικά χαρίσματα. Αν όμως ευφραίνεσαι με κρασί, θα συζήσεις με αισχρούς λογισμούς και θα βαδίσεις με πολλές λύπες.

33. Οι εορτές μη νομίζεις ότι γίνονται με οινοποσία, αλλά με την ανακαίνιση του νου και την καθαρότητα της ψυχής. Γιατί γεμίζοντας την κοιλιά και πίνοντας κρασί, θα παροργίσεις μάλλον αυτόν που θέλεις να τιμήσεις με την πανήγυρη.

34. Έχομε εντολή να αγρυπνούμε με ψαλμωδίες, προσευχές και ανάγνωση ιερών βιβλίων πάντοτε, και προπάντων τις εορτές. Ο άγρυπνος μοναχός λεπτύνει τη διάνοιά του και την κάνει κατάλληλη για ψυχωφελείς θεωρίες, ενώ ο πολύς ύπνος παχαίνει τον νου. Αλλά πρόσεχε να μη δώσεις τον εαυτό σου κατά την αγρυπνία σε μάταιες διηγήσεις ή σε πονηρούς λογισμούς. Είναι καλύτερο να κοιμάσαι, παρά να αγρυπνείς για μάταια λόγια και λογισμούς.

35. Εκείνος που έχει φίδι μέσα στον κόρφο του κι εκείνος που έχει λογισμό πονηρό μέσα στην καρδιά του, θα πεθάνουν. Ο πρώτος από το φαρμακερό δάγκωμα του φιδιού κι ο δεύτερος από το θανατηφόρο φαρμάκι που έβαλε στην ψυχή του. Αλλά να σκοτώνομε γρήγορα τα γεννήματα των εχιδνών, και να μην κυοφορούμε πονηρούς λογισμούς μέσα στην καρδιά μας, για να μην πονέσομε πικρά.

36. Η καθαρή ψυχή εύλογα μπορεί να ονομαστεί σκεύος εκλογής και κλεισμένος κήπος και σφραγισμένη πηγή και θρόνος της αισθήσεως. Η ψυχή που μολύνεται με ακάθαρτες σκέψεις είναι γεμάτη από βρωμερή λάσπη.

37. Έχω ακούσει από πεπειραμένους και πρακτικούς γέροντες ότι οι πονηροί λογισμοί γεννιούνται στην ψυχή από το στολισμό των ενδυμάτων, το χορτασμό της κοιλιάς και τις βλαβερές συναναστροφές.

38. Επιθυμία χρημάτων να μην κατοικεί στις ψυχές των ασκητών. Μοναχός με πολλές κτήσεις, είναι πλοίο που γεμίζει νερά και κινδυνεύει μέσα στα κύματα των φροντίδων και βουλιάζει στο βυθό της λύπης. Πολλά πάθη γεννά η φιλαργυρία, και γι' αυτό σωστά έχει ονομαστεί ρίζα όλων των κακών.

39. Η ακτημοσύνη και η σιωπή είναι θησαυρός κρυμμένος στο χωράφι της μοναχικής ζωής. Πήγαινε λοιπόν και πούλησε τα υπάρχοντά σου και δώσε τα στους φτωχούς και απόκτησε αυτό το χωράφι, και αφού ξεχώσεις το θησαυρό, φύλαξέ τον για τον εαυτό σου να μη σου τον κλέψουν, για να πλουτήσεις με πλούτο ανεξάντλητο.

40. Αν συγκατοικήσεις με πνευματικό πατέρα και βρεις ωφέλεια απ' αυτόν, κανείς να μη σε χωρίζει από την αγάπη του και τη συμβίωση. Μην τον κρίνεις για κανένα πράγμα, μην τον κακολογήσεις αν σε ελέγχει ή σε χτυπά, μη δώσεις προσοχή αν τον κατηγορεί κανένας, μη συμφωνήσεις μ' εκείνον που τον υβρίζει, για να μην οργιστεί ο Κύριος εναντίον σου και σε διαγράψει από το βιβλίο της ζωής.

41. Το κατόρθωμα της υποταγής ολοκληρώνεται με την απάρνηση του κόσμου, όπως μάθαμε. Εκείνος που καταγίνεται μ' αυτήν, ας περιφραχθεί με τρία όπλα, με την πίστη, με την ελπίδα και με την πανσέβαστη και θεία αγάπη, ώστε περιφραγμένος με αυτά, ν' αγωνιστεί τον καλό αγώνα και να λάβει τα στεφάνια της δικαιοσύνης.

42. Να μην είσαι δικαστής των έργων του πνευματικού σου πατέρα, αλλά εκπληρωτής των εντολών του. Γιατί οι δαίμονες έχουν συνήθεια να σου επιδεικνύουν τις ελλείψεις του, για να σε κάνουν να παρακούσεις τις εντολές του, και ή να ·σε αποτραβήξουν από το γυμναστήριο ως άνανδρο και δειλό στρατιώτη, ή μόνον με τους λογισμούς της απιστίας να σε παραλύσουν και σε αποχαυνώσουν σε κάθε ιδέα αρετής.

43. Εκείνος που παρακούει τις εντολές του πνευματικού του πατέρα, είναι παραβάτης των εξαίρετων συμφωνιών της υποσχέσεως που έδωσε όταν έγινε μοναχός. Εκείνος που οικειοποιήθηκε την υπακοή αφού έσφαξε με το μαχαίρι της ταπεινοφροσύνης το θέλημά του, αυτός εκπλήρωσε, όσο του ήταν δυνατόν, εκείνα που υποσχέθηκε στο Χριστό εμπρός σε πολλούς μάρτυρες.

44. Αφού μελετήσαμε πολύ, διακρίναμε και μάθαμε καλά ότι όσους ασκούνται υποταγμένοι σε πνευματικούς πατέρες, πολύ τους φθονούν οι εχθροί της ζωής μας δαίμονες, τους τρίζουν τα δόντια τους και εφευρίσκουν ποικίλα τεχνάσματα εναντίον τους. Και τι δε λένε, και τι δεν υπαγορεύουν, ώστε να τους χωρίσουν από τον πνευματικό τους πατέρα; Προβάλλουν προφάσεις ως δήθεν εύλογες, μεθοδεύουν ζωηρές διαφωνίες, διεγείρουν μίσος εναντίον του πνευματικού πατέρα, τις συμβουλές του τις παρουσιάζουν σαν επιπλήξεις, τους ελέγχους τους μπήγουν σαν ακονημένα βέλη. «Γιατί, του λένε, από ελεύθερος που ήσουν έγινες δούλος, και μάλιστα δούλος σκληρού και άσπλαχνου κυρίου; Ως πότε θα λυώνεις κάτω από τον ζυγό της δουλείας και ελεύθερο φως δεν θα δεις;» Κατόπιν τους υποβάλλουν οι δαίμονες ότι πρέπει να φιλοξενούν και να επισκέπτονται αρρώστους και να φροντίζουν για τους φτωχούς. Κατόπιν υπερεπαινούν τον αγώνα και το βραβείο της άκρας ησυχίας και μονώσεως, και σπείρουν κάθε είδος πονηρών ζιζανίων στην καρδιά του στρατιώτη της ευσέβειας, μόνο και μόνο για να τον βγάλουν από την πνευματική μάνδρα και να τον λύσουν από το ήσυχο λιμάνι και να τον ρίξουν μέσα στην ταραγμένη από θανάσιμη και ψυχοφθόρο φουρτούνα θάλασσα. Και κατόπιν, αφού τον πάρουν ως αιχμάλωτο στην εξουσία τους, να τον μεταχειριστούν κατά τα θελήματα τους.

45. Από σένα που βρίσκεσαι υποταγμένος σε πνευματικό πατέρα; ας μη διαφεύγει ο δόλος των εχθρών δαιμόνων. Μη λησμονείς τις υποσχέσεις σου προς τον Θεό, μη νικηθείς από ύβρεις, μη δειλιάσεις τους ελέγχους, τους χλευασμούς ή τα περιγελάσματα, μην υποχωρήσεις από την υπερβολή των πονηρών λογισμών, μην αποφύγεις την αυστηρότητα του πνευματικού πατέρα, μην περιφρονήσεις τον χρηστό ζυγό της ταπεινώσεως από θρασύτητα αυταρέσκειας και αυθάδειας· αλλά αφού βάλεις στην καρδιά σου τον λόγο του Κυρίου: «Όποιος υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί», με υπομονή τρέχε τον αγώνα που βρίσκεται εμπρός σου, προσηλώνοντας το βλέμμα σου στον Ιησού που μας δίνει την αρχή της πίστεώς μας και την ολοκλήρωσή της.

46. Ο χρυσοχόος όταν βάλει το χρυσό στο χωνευτήριο (στο καμίνι), τον κάνει καθαρότερο. Και ο νέος μοναχός, που δίνει τον εαυτό του στους αγώνες της υποταγής και πυρώνεται απ' όλα τα λυπηρά του κατά Θεόν βίου και με κόπο και υπομονή μεγάλη μαθαίνει την υπακοή, αφού ξαναλιώσει σαν σε χωνευτήριο τα ήθη του, μαθαίνει την ταπείνωση και ξαναγίνεται λαμπερός, και άξιος για τους ουράνιους θησαυρούς, την άφθαρτη ζωή και την μακάρια κατάληξη, από όπου έφυγε κάθε οδύνη και στεναγμός, ενώ έχει φυτευτεί ευφροσύνη και αδιάκοπη χαρά.

47. Η ορθή πίστη που έχει κανείς με εσωτερική αίσθηση, γεννά το φόβο του Θεού. Ο φόβος του Θεού μας διδάσκει την τήρηση των εντολών. Γιατί, λέει, όπου υπάρχει φόβος, εκεί είναι και η τήρηση των εντολών. Από την τήρηση των εντολών συγκροτείται η πρακτική αρετή, η οποία είναι η αρχή της θεωρητικής. Καρπός αυτών είναι η απάθεια. Με την απάθεια έρχεται μέσα μας η αγάπη. Για την αγάπη λέει ο αγαπημένος μαθητής: «ο Θεός είναι αγάπη· κι όποιος μένει στην αγάπη, μένει στο Θεό, και ο Θεός σ' αυτόν».

48. Πόσο ωραία και καλή είναι αλήθεια η ζωή των μοναχών! Πόσο ωραία πράγματι και καλή, αν βέβαια γίνεται κατά τους όρους και τους νόμους που έχουν θέσει οι αρχηγοί της και οδηγοί, καθώς διδάχθηκαν από το Άγιο Πνεύμα. Ο στρατιώτης του Χριστού πρέπει να είναι άυλος και ξένος από κάθε κοσμική σκέψη και πράξη, όπως λέει ο Απόστολος: «Κανένας απ' όσους στρατεύονται δεν μπλέκεται στις βιοτικές υποθέσεις, για να αρέσει σ' αυτόν που τον στρατολόγησε».

49. Πρέπει λοιπόν ο μοναχός να είναι άυλος, απαθής, έξω από κάθε πονηρή επιθυμία, να μην είναι φίλος των απολαύσεων ή μέθυσος ή νωθρός ή ράθυμος ή φιλάργυρος ή φιλήδονος ή φιλόδοξος. Γιατί αν δεν υψώσει κανείς τον εαυτό του πάνω απ' αυτά, δεν θα μπορέσει να κατορθώσει την αγγελική αυτή ζωή. Για εκείνους που την κατορθώνουν σωστά, είναι ο ζυγός της καλός και το φορτίο της ελαφρό, καθώς όλα τα ελαφρύνει η ελπίδα προς το Θεό. Γλυκός ο μοναχικός βίος, η πνευματική εργασία ευχάριστη, ο τρόπος ζωής που διάλεξε είναι καλός και δε θ' αφαιρεθεί από εκείνη την ψυχή που τον απόκτησε.

50. Εσύ που απαρνήθηκες τις φροντίδες του κόσμου και ανέλαβες τον ασκητικό αγώνα, μην επιθυμήσεις να έχεις πλούτο για να κάνεις ελεημοσύνες στους φτωχούς. Είναι κι αυτό μια πανουργία του πονηρού που αποσκοπεί στην κενοδοξία, ώστε να ρίξει το νου σε απασχόληση με πολλά πράγματα. Και ψωμί μόνο αν έχεις και νερό, μπορείς με αυτά να φιλοξενήσεις και να λάβεις το μισθό της φιλοξενίας. Και αν δεν τα έχεις ούτε αυτά, και μόνο με καλή διάθεση να υποδεχτείς τον ξένο και να του πεις παρηγορητικά λόγια, μπορείς επίσης να λάβεις το μισθό της φιλοξενίας. Αυτό βεβαιώνεται από τη χήρα του Ευαγγελίου, η οποία με δύο λεπτά ξεπέρασε την προαίρεση και τη δύναμη των πλουσίων.

51. Τα παραπάνω γράφτηκαν για τους ησυχαστές. Εκείνοι όμως που βρίσκονται στην υποταγή πνευματικού πατέρα, ένα μόνο ας έχουν κατά νου, το να μη ξεπέσουν σε τίποτε από την εντολή του πνευματικού τους πατέρα. Γιατί όταν το κατορθώσουν αυτό, έχουν κατορθώσει το παν. Όπως αντίθετα, αν ξεπέσουν απ' αυτήν την ακρίβεια και διαγωγή της υπακοής, θα είναι ακατάλληλοι για κάθε έννοια αρετής και πνευματικής ζωής.

52. 'Έχε και αυτή τη συμβουλή μου, φιλόχριστε: Αγάπα τη διαμονή σε ξένο τόπο, απομακρυνόμενος από τα περιστατικά της πατρίδας σου. Από φροντίδες των γονέων σου ή συγγενικές φιλίες μην παρασυρθείς. Ν' αποφεύγεις τη διαμονή στην πόλη και να υπομένεις στην ερημία, λέγοντας μαζί με τον προφήτη: «Να, έφυγα μακριά και κατοίκησα στην έρημο».

53. Να αναζητάς τους ερημικούς και ακατοίκητους τόπους, και μη δειλιάσεις αν εκεί υπάρχει έλλειψη και στενοχώρια από τα απαραίτητα της ζωής. Αν σε περικυκλώσουν οι εχθροί σαν μέλισσες ή κακοί κηφήνες, και σου επιτεθούν με κάθε λογής πολέμους και σε συγχίζουν με ποικίλους λογισμούς, εσύ μη φοβηθείς και μη στήσεις το αυτί σου να τους ακούσεις, μήτε να φύγεις από το στάδιο του αγώνα. Δείξε καρτερία και υπομονή, επαναλαμβάνοντας συνεχώς στον εαυτό σου: «Περίμενα καρτερικά τον Κύριο και με πρόσεξε». Και τότε θα δεις τα μεγαλεία του Θεού, τη βοήθεια, την φροντίδα και όλη την πρόνοιά Του για τη σωτηρία σου.

54. Φίλους πρέπει να έχεις, φιλόχριστε, εκείνους που φέρνουν πνευματική ωφέλεια και σε βοηθούν στον ασκητικό βίο. Οι φίλοι σου να είναι άνδρες ειρηνικοί, αδελφοί πνευματικοί, πατέρες άγιοι, για τους οποίους ο Κύριος είπε: «Μητέρα μου και αδελφοί μου είναι αυτοί εδώ, όσοι κάνουν το θέλημα του ουράνιου Πατέρα μου».

55. Να μην επιθυμείς φαγητά άλλα κάθε μέρα και πολυτελή, ούτε σπατάλες που προξενούν πνευματικό θάνατο. Γιατί λέει η Γραφή: «Όποια ζει μέσα στη σπατάλη, αυτή έχει κιόλας πεθάνει, κι ας είναι ζωντανή». Και από εκείνα τα φαγητά που μπορείς να τα προμηθευτείς εύκολα, να μη χορταίνεις. Γιατί είναι γραμμένο: «μη σας ξεγελά το χόρτασμα της κοιλιάς».

56. Αν διάλεξες την ησυχία, μην περνάς τον καιρό σου συνεχώς έξω από το κελί σου, γιατί αυτό φέρνει πολύ μεγάλη ζημία, αφαιρεί τη θεία χάρη, σκοτίζει το φρόνημα, μαραίνει το θείο πόθο. Γι' αυτό έχει λεχθεί: «η περιπλάνηση της επιθυμίας διαστρέφει τον άκακο νου». Κόβε λοιπόν τις σχέσεις των πολλών, μην τυχόν ο νους σου γίνει πολυάσχολος και καταστρέψει τον ησυχαστικό τρόπο ζωής.

57. Όταν κάθεσαι στο κελί σου, μην κάνεις το έργο σου δίχως λόγο και γεμάτο οκνηρία. Γιατί λένε: «Εκείνος που βαδίζει χωρίς σκοπό, θα ματαιοπονήσει». Αλλά απόκτησε καλή πνευματική εργασία, μάζεψε το νου σου, έχε μπροστά στα μάτια σου πάντοτε την τελευταία ώρα του θανάτου, θυμήσου τη ματαιότητα του κόσμου πόσο απατηλή είναι, πόσο αδύνατη, πόσο τιποτένια· έχε στο νου σου τη δοκιμασία του φρικτού δικαστηρίου, όπου τα πικρά τελώνια θα παρουσιάσουν μία-μία τις πράξεις μας, τα λόγια, τις σκέψεις τις οποίες αυτοί τις υπέβαλαν στο νου μας, και εμείς τις δεχόμαστε. Να θυμάσαι και τις κολάσεις του άδη και να σκέφτεσαι πώς άραγε θα είναι οι ψυχές που κλείστηκαν εκεί. Να θυμάσαι και τη μεγάλη και φοβερή εκείνη ημέρα της κοινής αναστάσεως και παραστάσεώς μας εμπρός στο Θεό και την τελευταία απόφαση του Κριτή που δεν εξαπατάται με σοφίσματα. Να συλλογίζεσαι την τιμωρία των αμαρτωλών, την ντροπή, τον έλεγχο της συνειδήσεως, την απομάκρυνση από το Θεό, το ρίξιμο στο αιώνιο πυρ, στο ασταμάτητο σκουλήκι, στο απόλυτο σκοτάδι, όπου υπάρχει κλάμμα και τρίξιμο των δοντιών. Να αναλογίζεσαι και τα άλλα είδη τιμωριών και να μην παύεις να καταβρέχεις με δάκρυα το πρόσωπό σου, το ρούχο σου, τον τόπο που κάθεσαι. Γιατί έχω δει πολλούς, οι οποίοι μ' αυτές τις σκέψεις απόκτησαν πάρα πολλά δάκρυα και καθάρισαν με θαυμαστό τρόπο τις ψυχικές τους δυνάμεις.

58. Αλλά, να σκέφτεσαι και τα αγαθά που είναι ετοιμασμένα για τους δικαίους, την παράστασή τους στα δεξιά του Χριστού, την ευλογημένη φωνή του Κυρίου, την κληρονομιά της ουράνιας βασιλείας, τις δωρεές που δεν μπορεί ανθρώπινος νους να εννοήσει, το γλυκύτατο εκείνο φως, την ατέλειωτη χαρά που δεν διακόπτεται από λύπη, τις ουράνιες εκείνες μονές, την συναναστροφή με τους αγγέλους, όλα τα άλλα που έχει υποσχεθεί ο Κύριος σ' εκείνους που Τον φοβούνται.

59. Όλοι αυτοί οι λογισμοί να σε συντροφεύουν, να κοιμούνται και να ξυπνούν μαζί σου. Κοίταξε να μην τους λησμονήσεις ποτέ, αλλά όπου και αν είσαι, μην τους βγάλεις από το νου σου, για να φύγουν και οι πονηροί λογισμοί και για να είσαι γεμάτος από θεία παρηγοριά. Η ψυχή που δεν είναι περιτειχισμένη με τέτοιες σκέψεις, δεν μπορεί να κατορθώσει την ησυχία. Γιατί η πηγή που δεν έχει νερό, ματαίως λέγεται πηγή.

60. Και αυτή την πολιτεία έχει νομοθετηθεί για τους ησυχαστές να την επιτύχουν. Νηστεία, με όση δύναμη έχουν, αγρυπνία και χαμαικοιτία και κάθε άλλη κακοπάθεια για χάρη της μέλλουσας αναπαύσεως. «Δεν είναι άξια —λέει— ν' αντισταθμίσουν τα παθήματα του τωρινού καιρού τη δόξα που μέλλει να αποκαλυφθεί σ' εμάς». Πάνω απ' όλα απαιτείται προσευχή καθαρή, θα έλεγα ακατάπαυστη και αδιάλειπτη. Αυτή είναι τείχος ασφαλές, αυτή είναι λιμάνι ήσυχο, φυλακτήριο των αρετών, αφανισμός των παθών, δύναμη της ψυχής, καθαρτήριο του νου, ανάπαυση στους κουρασμένους, παρηγοριά σ' όσους πενθούν. Η προσευχή είναι ομιλία με το Θεό, θεωρία των αοράτων, πληροφορία εκείνων που επιθυμούν να μάθουν το θέλημα του Θεού, τρόπος ζωής των αγγέλων, παρακίνηση στα καλά, πραγμάτωση των αγαθών που ελπίζομε. Αυτή την βασίλισσα των αρετών φρόντισε, εσύ ασκητή, με όλη σου τη δύναμη να κατακτήσεις. Να προσεύχεσαι μέρα και νύχτα, είτε άθυμος είσαι είτε εύθυμος. Προσευχήσου με φόβο και τρόμο, με νου προσεκτικό και άγρυπνο, για να γίνει δεκτή από τον Κύριο η προσευχή σου. Γιατί λέει: «οι οφθαλμοί του Κυρίου είναι στραμμένοι στους δικαίους και τα αυτιά Του είναι ανοιχτά για να ακούσουν την δέησή τους».

61. Είπε κάποιος από τους παλαιούς (ο Ευάγριος) ορθά και πετυχημένα, ότι από τους δαίμονες που μας πολεμούν, πρώτοι είναι εκείνοι που τους έχουν ανατεθεί οι ορέξεις της γαστριμαργίας, εκείνοι που μας υποβάλλουν τη φιλαργυρία και εκείνοι που μας παρακινούν στην κενοδοξία. Οι άλλοι δαίμονες έρχονται πίσω από αυτούς και τους διαδέχονται παραλαμβάνοντας εκείνους που πληγώνονται από τους προηγούμενους.

62. Και πράγματι με την παρατήρηση κατάλαβα ότι δεν είναι δυνατόν να πέσει ο άνθρωπος σε αμαρτία ή πάθος, αν δεν έχει προηγουμένως καταπληγωθεί από ένα απ' αυτά τα τρία. Γι' αυτό και ο διάβολος τους τρεις αυτούς λογισμούς παρουσίασε στον Σωτήρα. Αλλά ο Κύριος, αφού φάνηκε ανώτερος από τους πειρασμούς αυτούς, διέταξε τον διάβολο να φύγει από μπροστά Του και έδωσε σ' εμάς τη νίκη εναντίον του, ως αγαθός και φιλάνθρωπος Δεσπότης, Εκείνος που ντύθηκε σώμα σε όλα όμοιο με το δικό μας, εκτός από την αμαρτία, και μας έδειξε το σωστό και αλάθευτο δρόμο της αναμαρτησίας, τον οποίο όταν βαδίζομε, ντυνόμαστε το νέο άνθρωπο, που γίνεται καινούργιος κατά την εικόνα του Πλάστη του.

63. Τέλειο μίσος με όλη την καρδιά μας διδάσκει ο Δαβίδ να έχομε εναντίον των δαιμόνων, γιατί είναι εχθροί της σωτηρίας μας· και αυτό το μίσος είναι πάρα πολύ κατάλληλο για την εργασία της αρετής. Ποιος είναι λοιπόν εκείνος που μισεί με τέλειο μίσος τους εχθρούς; Εκείνος που δεν αμαρτάνει πλέον ούτε στην πράξη, ούτε με τη διάνοια. Όσο οι προϋποθέσεις της φιλίας με τους εχθρούς, δηλαδή οι αιτίες των παθών είναι σ' εμάς, πώς θα επιτύχομε το μίσος εναντίον τους; Γιατί η φιλήδονη καρδιά δεν μπορεί να διατηρεί μέσα της αυτό το μίσος.

64. «Ένδυμα γάμου» είναι η απάθεια της λογικής ψυχής, που χωρίστηκε από τις κοσμικές ηδονές και απαρνήθηκε όλες τις ανάρμοστες επιθυμίες, και ασχολείται με φιλόθεες σκέψεις και ολοκάθαρη μελέτη θείων θεωριών. Όταν ξεπέσει στα πάθη της ατιμίας και στην γύρω απ' αυτά απασχόληση, τότε ξεντύνεται το φόρεμα της σωφροσύνης και εξαθλιώνεται φορώντας σχισμένα και καταλερωμένα κουρέλια, όπως διδάσκεται στα Ευαγγέλια ότι ο δούλος εκείνος που δέθηκε χέρια και πόδια και ρίχθηκε στο σκότος το εξώτερο, με τέτοιους λογισμούς και πράξεις είχε υφασμένο το ένδυμα· και ο Κύριος δεν τον έκρινε άξιο για τους θείους και άφθαρτους γάμους.

65. Για τη φιλαυτία, η οποία μισεί τους πάντες, δίκαια είπε κάποιος σοφός, ότι πρώτος απ' όλους τους κακούς λογισμούς είναι ο φοβερός αυτός πόλεμος της φιλαυτίας, που μοιάζει με τύραννο. Αυτός μαζί με τους τρεις και με τους πέντε αρπάζουν το νου.

66. Θαυμάζω αν κανείς που χορταίνει την κοιλιά του με φαγητά θα μπορέσει ποτέ να αποκτήσει απάθεια. Απάθεια εννοώ όχι την αποχή της αμαρτίας που γίνεται με την πράξη· γιατί αυτή λέγεται εγκράτεια. Αλλά, εκείνη που ξεριζώνει ολοκληρωτικά από τη διάνοια τις εμπαθείς έννοιες, η οποία λέγεται καθαρότητα της καρδιάς.

67. Είναι πιο εύκολο να καθαρίσει κανείς μια ακάθαρτη ψυχή, από το να ξαναφέρει στην υγεία μια ψυχή καθαρμένη που λερώθηκε πάλι. Γιατί είναι ευκολότερο να κατορθώσουν την απάθεια εκείνοι που μόλις απαρνήθηκαν την σύγχυση του κόσμου, σε οποιαδήποτε αμαρτήματα κι αν έχουν πέσει· σ' εκείνους όμως που γεύθηκαν πόσο γλυκός είναι ο λόγος του Θεού και βάδισαν το δρόμο της σωτηρίας και κατόπιν γύρισαν πίσω στην αμαρτία, είναι κάπως δυσκολοκατόρθωτη η απάθεια. Από το ένα μέρος εξαιτίας της κακής έξεως και πονηρής συνήθειας, κι από το άλλο εξαιτίας του δαίμονα της λύπης που μένει πάντα στις κόρες των ματιών και προσφέρει την εικόνα της αμαρτίας. Η πρόθυμη όμως και φιλόπονη ψυχή εύκολα κατορθώνει και αυτό το δυσκολοκατόρθωτο, με την βοήθεια της θείας χάρης, η οποία δείχνει σ' εμάς μακροθυμία και φιλανθρωπία και μας προσκαλεί στη μετάνοια, υποδεχόμενη με ανέκφραστη ευσπλαχνία και συμπάθεια όσους επιστρέφουν, όπως έχομε διδαχθεί από την παραβολή του άσωτου υιού.

68. Κανένας από εμάς δεν μπορεί με την δική του δύναμη να γλυτώσει από τις μεθόδους και τις τέχνες του πονηρού, παρά μόνο με την ανίκητη δύναμη του Χριστού. Μάταια λοιπόν πλανιούνται όσοι υπερηφανεύονται και φουσκώνουν διαφημίζοντας ότι με τις ασκήσεις που κάνουν και με το αυτεξούσιό τους καταργούν την αμαρτία, η οποία καταργείται μόνο με τη χάρη του Θεού, καθώς έχει νεκρωθεί δια του μυστηρίου του σταυρού. Γι' αυτό και ο φωστήρας της Εκκλησίας Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει ότι δεν αρκεί η προθυμία του ανθρώπου, αν δεν δεχτεί και τη βοήθεια του ουρανού. Και ότι πάλι, δε θα κερδίσομε τίποτε από την θεία βοήθεια, αν δεν έχομε προθυμία. Αυτά τα δύο τα φανερώνουν ο Ιούδας και ο Πέτρος. Ο Ιούδας αν και είχε πολλή βοήθεια, δεν ωφελήθηκε τίποτε, γιατί δεν θέλησε, ούτε συνεισέφερε τη δική του προαίρεση και προθυμία. Ο Πέτρος πάλι, αν και είχε προθυμία, επειδή δε βοηθήθηκε, κατέπεσε. Γιατί η αρετή συνυφαίνεται από τα δύο, τη βοήθεια του Θεού και την προθυμία του ανθρώπου. Γι' αυτό σας παρακαλώ, λέει, ούτε να αναθέσομε το παν στο Θεό κι εμείς να κοιμόμαστε, ούτε όταν έχομε προθυμία, να νομίζομε ότι το παν το κατορθώναμε με τους δικούς μας κόπους.

69. Ο Θεός δε θέλει να είμαστε αδρανείς, και γι' αυτό δεν κάνει το παν Αυτός· ούτε αλαζόνες θέλει να είμαστε, γι' αυτό δεν άφησε το παν σ' εμάς. Αλλά, αφού αφαίρεσε το βλαβερό και από τα δύο, μας άφησε το ωφέλιμο. Ορθά λοιπόν ο Ψαλμωδός διδάσκει ότι «αν δεν οικοδομήσει το σπίτι ο Κύριος, μάταια αγρυπνούν οι φύλακες και εργάτες». Είναι αδύνατο να περπατήσει κανείς πάνω στα φίδια ασπίδα και βασιλίσκο και να καταπατήσει το λιοντάρι και τον δράκοντα, αν πρωτύτερα δεν καθαρίσει τον εαυτό του, όσο είναι δυνατό στον άνθρωπο, ώστε να ενισχυθεί από τον Κύριο που είπε στους Αποστόλους: «Σας έδωσα εξουσία να πατάτε πάνω σε φίδια και σκορπιούς και σε όλη τη δύναμη του εχθρού». Γι' αυτό και έχομε εντολή στην προσευχή μας να παρακαλούμε τον Κύριο να μην επιτρέψει να μπούμε σε πειρασμό, αλλά να μας γλυτώνει από τον πονηρό. Γιατί αν δεν γλυτώσομε με τη δύναμη και τη βοήθεια του Χριστού από τα πυρωμένα βέλη του πονηρού και δεν αξιωθούμε να επιτύχομε την απάθεια, μάταια κοπιάζομε, νομίζοντας ότι μπορούμε με τη δική μας δύναμη και επιμέλεια να κατορθώσομε κάτι. Εκείνος λοιπόν που θέλει να αντισταθεί στα πανούργα τεχνάσματα του διαβόλου και να τα κάνει χωρίς αποτέλεσμα και να γίνει μέτοχος της θείας δόξας, οφείλει με δάκρυα και στεναγμούς και πόθο αχόρταστο και ολόθερμη ψυχή, νύχτα και ημέρα να ζητεί τη βοήθεια και την αντίληψη του Θεού. Εκείνος που θέλει να βοηθηθεί, καθαρίζει την ψυχή του από κάθε ηδυπάθεια του κόσμου και από τα αντίθετα πάθη και επιθυμίες. Γι' αυτές τις ψυχές λέει ο Θεός: «Θα κατοικήσω και θα περπατήσω μέσα τους». Και ο Κύριος είπε στους μαθητές Του: «Όποιος με αγαπά, θα τηρήσει τις εντολές μου· και ο Πατέρας μου θα τον αγαπήσει, και θα έρθομε και θα κατοικήσομε σ' αυτόν».

70. Κάποιος από τους αρχαίους πατέρες είπε για τους λογισμούς ένα λόγο πολύ συνετό και εύκολο να τον εννοήσει κανείς. «Δίκαζε —λέει— τους λογισμούς σου στο δικαστήριο της καρδιάς, αν είναι από το Θεό ή από τον εχθρό. Και τους δικούς μας και αγαθούς να καταθέτεις στο εσωτερικό ταμείο της ψυχής, και να τους φυλάς σαν θησαυρό που δεν μπορεί να κλαπεί. Αλλά τους εχθρικούς, αφού τους τιμωρήσεις με το μαστίγωμα της λογικής διάνοιας, εξόριζέ τους, και μην τους δίνεις τόπο κατοικίας κοντά στην ψυχή, ή για να πω καλύτερα, σφάζε τους με το μαχαίρι της προσευχής και της θείας μελέτης, ώστε καθώς θα σκοτωθούν οι ληστές, να φοβηθεί ο αρχιληστής. Γιατί εκείνος που είναι ακριβής εξεταστής των λογισμών, είναι και πραγματικός εραστής των εντολών».

71. Εκείνος που πολεμά και αγωνίζεται εναντίον των παθών που τον ενοχλούν, ας πάρει μαζί του πολλούς στρατιώτες για συμμάχους. Δηλαδή την ταπείνωση της ψυχής και τον κόπο του σώματος και όλη την άλλη ταλαιπωρία της ασκήσεως και την προσευχή από θλιμμένη καρδιά με πλήθος δακρύων, καθώς ψάλλει ο Δαβίδ: «Κύττα την ταπείνωσή μου και τον κόπο μου και συγχώρεσε όλες τις αμαρτίες μου», και: «μην παραβλέψεις τα δάκρυά μου», και πάλι: «Τα δάκρυά μου έγιναν για μένα ψωμί ημέρα και νύχτα», και: «ό,τι έπινα, το ανακάτωνα με δάκρυα».

72. Ο διάβολος, ο αντίδικος της ζωής μας, μεταχειρίζεται πολλούς λογισμούς για να μας παρουσιάζει τις αμαρτίες μας ολωσδιόλου μικρές, και πολλές φορές τις σκεπάζει με τη λησμοσύνη, για να υποχωρήσομε στους ασκητικούς κόπους και να μη συλλογιζόμαστε τους θρήνους για τις αμαρτίες μας. Εμείς όμως, αδελφοί, να μη λησμονούμε τις αμαρτίες μας, ακόμη και αν νομίζομε ότι συγχωρήθηκαν με τη μετάνοια, αλλά να θυμόμαστε πάντοτε τα αμαρτήματά μας και να μην πάψομε να πενθούμε γι' αυτά, ώστε έτσι να αποκτήσομε την ταπείνωση σαν καλή συγκάτοικό μας και να ξεφύγομε τις παγίδες της κενοδοξίας και υπερηφάνειας.

73. Κανένας να μη νομίζει ότι με την δική του δύναμη υποφέρει τους κόπους και κατορθώνει την αρετή. Γιατί αίτιος όλων των καλών σ' εμάς είναι ο Θεός, όπως και των κακών αίτιος είναι ο απατεώνας των ψυχών μας δαίμονας. Για όσα καλά λοιπόν κατορθώνεις, πρόσφερε την ευχαριστία στον Αίτιο. Κι εκείνα τα κακά που σε ενοχλούν, να τα αποδίδεις στον αρχηγό των κακών.

74. Εκείνος που ένωσε την πρακτική αρετή με τη θεία γνώση, είναι γεωργός αξιέπαινος που ποτίζει από δύο ολοκάθαρες πηγές το χωράφι της ψυχής του. Γιατί η γνώση δίνει φτερά στη νοερή ουσία με τη θεωρία των υψηλότερων, ενώ η πρακτική αρετή νεκρώνει τα «μέλη τα επί της γης», πορνεία, ακαθαρσία, πάθος, κακή επιθυμία. Και αφού νεκρωθούν αυτά, φυτρώνουν τότε τα άνθη των αρετών, τα οποία καρποφορούν τον καρπό του Πνεύματος, αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα αγαθοσύνη, πίστη, πραότητα, εγκράτεια. Και τότε ο φρόνιμος αυτός γεωργός, αφού σταυρώσει το σαρκικό άνθρωπο με τα πάθη και τις επιθυμίες του, θα πει μαζί με τον Παύλο, τον θεοφόρο κήρυκα: «δεν ζω πια εγώ, ζει μέσα μου ο Χριστός· και τη ζωή που ζω, τη ζω με την πίστη στον Υιό του Θεού, που με αγάπησε και παρέδωσε τον εαυτό Του για χάρη μου».

75. Μην ξεχνάς, φιλόχριστε, και τούτο: ότι ένα πάθος, όταν βρει τόπο μέσα σου και ριζώσει με τη συνήθεια, φέρνει και άλλα πάθη μαζί του στην ίδια μάνδρα. Και αν συγκρούονται μεταξύ τους τα πάθη και οι δημιουργοί τους δαίμονες, όλοι όμως σύμφωνοι ζητούν την απώλειά μας.

76. Εκείνος που μαραίνει το άνθος της σάρκας με την άσκηση, και κόβει κάθε θέλημά της, αυτός φέρει στη θνητή σάρκα του τα στίγματα του Χριστού.

77. Οι κόποι της ασκήσεως καταλήγουν στην ανάπαυση της απάθειας, ενώ οι διάφορες απολαύσεις οδηγούν στα πάθη της ατιμίας.

78. Μη λογαριάζεις τα πολλά χρόνια που έχεις στη μοναχική ζωή, ούτε να αιχμαλωτιστείς από την καύχηση ότι υπέμεινες την έρημο και τη σκληρότητα των αγώνων, αλλά να έχεις στο νου σου το λόγο του Κυρίου, ότι είσαι ενας άχρηστος δούλος, και ότι δεν εκπλήρωσες ακόμα τις εντολές. Πράγματι, ενόσω βρισκόμαστε στον παρόντα βίο, δεν έχομε ακόμη ανακληθεί από την εξορία, αλλ' ακόμη καθόμαστε στον ποταμό της Βαβυλώνας, ακόμη ταλαιπωρούμαστε φτιάχνοντας πλίθους στην Αίγυπτο και δεν είδαμε ακόμη τη γη της επαγγελίας. Επειδή δεν ξεντυθήκαμε ακόμη τον παλαιό άνθρωπο, ο οποίος φθείρεται από τις απατηλές επιθυμίες, ούτε φορέσαμε την εικόνα του επουρανίου, αλλά φορούμε ακόμη την εικόνα του χοϊκού. Δεν έχομε λοιπόν λόγο καυχήσεως, αλλά πρέπει να χύνομε δάκρυα και να παρακαλούμε το Θεό, ο οποίος μπορεί να μας σώσει από την άθλια δουλεία του πικρότατου Φαραώ, να μας βγάλει από τη φοβερή τυραννία και να μας εισαγάγει στην καλή γη της επαγγελίας, για να αναπαυθούμε στον άγιο τόπο του Θεού και να βρεθούμε στα δεξιά της μεγαλοσύνης του Υψίστου. Η επιτυχία όμως των αγαθών αυτών που υπερβαίνουν την ανθρώπινη νόηση δεν εξαρτάται από τα έργα μας, αλλά από το αμέτρητο έλεος του Θεού. Γι' αυτό ας μην πάψομε να χύνομε δάκρυα ημέρα και νύχτα ακολουθώντας εκείνον που λέει: «Απόκαμα από τους στεναγμούς μου, κάθε νύχτα λούζω το κρεβάτι μου και βρέχω το στρώμα μου με τα δάκρυά μου». Γιατί όσοι σπέρνουν με δάκρυα, θερίζουν με μεγάλη χαρά.

79. Διώχνε μακριά σου το πνεύμα της πολυλογίας. Γιατί σ' αυτή βρίσκονται φοβερότατα πάθη, το ψεύδος, η θρασύτητα, οι αστειότητες, η αισχρότητα, η μωρολογία και γενικώς όπως έχει λεχθεί: «από την πολυλογία δεν θα ξεφύγεις την αμαρτία». Ο σιωπηλός όμως άνθρωπος είναι θρόνος της επιγνώσεως. Αλλά και λόγο θα δώσομε για κάθε λόγο περιττό και ανωφελή, είπε ο Κύριος. Επομένως η σιωπή είναι πολύ αναγκαία και ωφέλιμη.

80. Σ' εκείνους που μας κακολογούν και μας υβρίζουν ή με κάποιο τρόπο μας κακομεταχειρίζονται, έχομε εντολή να μην ανταποδίδομε την κακολογία ή την κακομεταχείριση, αλλά μάλλον να τους εγκωμιάζομε και να τους ευλογούμε. Γιατί στο μέτρο που ειρηνεύομε με τους ανθρώπους, πολεμούμε τους δαίμονες· ενώ όταν μνησικακούμε και πολεμούμε τους αδελφούς μας, έχομε ειρήνη με τους δαίμονες, με τους οποίους έχομε διδαχθεί να έχομε τέλειο μίσος και ασυμφιλίωτο πόλεμο.

81. Απόφευγε να εξαπατάς τον πλησίον σου με δόλια γλώσσα, για να μην εξαπατηθείς από τον εξολοθρευτή. Γιατί άκουσα από τον προφήτη ότι «τον αιμοχαρή και δόλιο άνθρωπο ο Κύριος τον αποστρέφεται», και «ας εξολοθρεύσει ο Κύριος όλα τα δόλια χείλη και κάθε γλώσσα που λέει μεγάλα λόγια». Επίσης απόφευγε να επιπλήξεις το παράπτωμα του αδελφού σου, για να μην ξεπέσεις από την καλωσύνη και την αγάπη. Εκείνος που δεν έχει καλωσύνη και αγάπη στον αδελφό του, δεν γνώρισε το Θεό, γιατί ο Θεός είναι αγάπη, καθώς φωνάζει ο Ιωάννης, ο γιος της βροντής, ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού. «Γιατί αν ο Χριστός, λέει, ο Σωτήρας όλων, έδωσε για χάρη μας τη ζωή Του, το ίδιο και εμείς οφείλομε να δίνομε τη ζωή μας για χάρη των αδελφών μας».

82. Δικαιολογημένα η αγάπη ονομάστηκε μητρόπολη των αρετών και συγκεφαλαίωση του νόμου και των προφητών. Ας καταβάλλομε λοιπόν κάθε κόπο μέχρις ότου επιτύχομε την ιερή αγάπη. Με αυτήν ας αποτινάξομε την τυραννία των παθών και ας υψωθούμε στους ουρανούς πετώντας με τα φτερά των αρετών και θα δούμε το Θεό, όσο είναι δυνατόν στην ανθρώπινη φύση.

83. Αφού ο Θεός είναι αγάπη, εκείνος που έχει την αγάπη, έχει το Θεό μέσα του. Ενώ όταν απουσιάζει η αγάπη, δεν έχομε καμιά ωφέλεια, ούτε μπορούμε να πούμε ότι αγαπούμε το Θεό. Γιατί λέει η Γραφή: «Αν κανείς πει ότι αγαπά το Θεό και μισεί τον αδελφό του, είναι ψεύτης». Και πάλι λέει: «Κανείς δεν είδε ποτέ το Θεό. Αν όμως αγαπάμε ο ένας τον άλλον, ο Θεός μένει μέσα μας και αισθανόμαστε τέλεια την αγάπη Του μέσα μας». Από αυτά φαίνεται ότι η αγάπη περιέχει όλα τα αγαθά και βρίσκεται στην κορυφή όλων όσα λέει η Αγία Γραφή. Και δεν υπάρχει είδος αρετής, με την οποία ο άνθρωπος φιλιώνεται και ενώνεται με το Θεό, που δεν εξαρτάται από την αγάπη και δεν περιλαμβάνεται μέσα σ' αυτήν για να το συγκρατεί και να το φυλάει με τρόπο ανέκφραστο.

84. Όταν δεχόμαστε τους αδελφούς που μας επισκέπτονται, να μην το θεωρούμε σαν ενόχληση και διακοπή της ησυχίας, για να μη ξεπέσομε από το νόμο της αγάπης· ούτε να τους φιλοξενούμε σαν να τους κάνομε χάρη, αλλά μάλλον να τους φιλοξενούμε σαν να δεχόμαστε εμείς χάρη και σαν να είμαστε υποχρεωμένοι γι1 αυτό, παρακαλώντας τους με χαρά, όπως μας έδωσε παράδειγμα ο πατριάρχης Αβραάμ. Γι' αυτό και ο Θεολόγος διδάσκει λέγοντας: «Παιδιά μου, ας μην αγαπούμε με τα λόγια, μήτε με τη γλώσσα, αλλά έμπρακτα και αληθινά. Και από αυτό θα γνωρίσομε ότι είσαστε παιδιά της αλήθειας».

85. Ο πατριάρχης Αβραάμ, έχοντας ως έργο τη φιλοξενία, καθόταν μπροστά στη σκηνή του και προσκαλούσε όσους περνούσαν και έστρωνε σε όλους το τραπέζι, σε ασεβείς και βαρβάρους, χωρίς να κάνει διάκριση. Γι' αυτό και έγινε άξιος για το θαυμαστό εκείνο συμπόσιο, να φιλοξενήσει αγγέλους και τον Κύριο των όλων. Κι εμείς λοιπόν, με μεγάλη επιμέλεια και προθυμία ας φροντίζομε για τη φιλοξενία, για να υποδεχθούμε όχι μόνον αγγέλους, αλλά και το Θεό. Γιατί λέει ο Κύριος: «Αφού κάνατε το καλό σ' έναν από αυτούς τους ελάχιστους, το κάνατε σ' εμένα». Καλό λοιπόν είναι να ευεργετούμε όλους, και μάλιστα εκείνους που δεν μπορούν να μας το ανταποδώσουν.

86. Εκείνος που δεν τον κατηγορεί η καρδιά του για παράβαση ή παραμέληση εντολής του Θεού ή για παραδοχή αμαρτωλής σκέψεως, αυτός μπορεί να είναι ο καθαρός στην καρδιά και άξιος να ακούσει το λόγο: «Μακάριοι όσοι είναι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν το Θεό».

87. Ας φροντίσομε να καθοδηγούμε τις αισθήσεις μας με τη λογική, μάλιστα τα μάτια, τα αυτιά και τη γλώσσα, ώστε όχι εμπαθώς, αλλά για ωφέλεια μας να βλέπομε, να ακούμε και να μιλάμε. Γιατί κανένα άλλο δεν γλιστράει ευκολότερα στην αμαρτία όσο αυτά τα όργανα, όταν δεν καθοδηγούνται από τη λογική. Και πάλι, κανένα άλλο δεν είναι πιο κατάλληλο από αυτά να οδηγεί στη σωτηρία, όταν η λογική τα διευθύνει και τα ρυθμίζει και τα οδηγεί στο αγαθό. Όταν αυτά όμως ατακτούν, τότε και η όσφρηση εκθηλύνεται, και η αφή απλώνεται με αυθάδεια, και αναρίθμητο πλήθος πάθη έρχονται μέσα μας. Όταν αυτά διευθύνονται από τη λογική με ευταξία, πολλή ειρήνη και σταθερή γαλήνη απλώνεται σ' όλο τον άνθρωπο.

88. Το πολύτιμο άρωμα, ακόμη και κλεισμένο σε δοχείο, γεμίζει από την ευωδία του τον αέρα και ευχαριστεί όχι μόνον εκείνους που είναι κοντά, αλλά και εκείνους που είναι γύρω. Κατά τον ίδιο τρόπο και η ευωδία της ψυχής που είναι ενάρετη και αγαπά το Θεό, ξεχύνεται από το σώμα με όλες τις αισθήσεις και φανερώνει την εσωτερική αρετή. Γιατί ποιος θα δει μια γλώσσα που να μη λέει τίποτε το κακό και ανάρμοστο, αλλά κάθε καλό και ωφέλιμο, και μάτια συμμαζεμένα, και ακοή που να μη δέχεται ανάρμοστα τραγούδια και λόγια, και πόδια που βαδίζουν με σεμνότητα, και πρόσωπο όχι αφημένο στα γέλια, αλλά μάλλον έτοιμο για δάκρυα και πένθος, ποιος θα δει αυτά και δεν θα εννοήσει ότι εσωτερικά υπάρχει πολλή ευωδία των αρετών; Γι' αυτό και ο Σωτήρας λέει: «Έτσι ας λάμψει το φως σας μπροστα στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον Πατέρα σας στους ουρανούς».

89. Εκείνη την οποία ο Χριστός και Θεός μας στα Ευαγγέλια ονόμασε «στενή οδό», αυτήν πάλι την είπε «καλό ζυγό και ελαφρό φορτίο». Πώς λοιπόν συμβιβάζονται αυτά τα δύο που φαίνονται αντίθετα μεταξύ τους; Οπωσδήποτε, επειδή για την ανθρώπινη φύση είναι σκληρή και ανηφορική η οδός αυτή, ενώ για την προαίρεση εκείνων που την κατορθώνουν και για τις καλές ελπίδες της είναι επιθυμητή και αξιαγάπητη και προξενεί ηδονή μάλλον παρά θλίψη στις ψυχές που αγαπούν την αρετή. Γι' αυτό μπορεί να δει κανείς ότι με περισσότερη προθυμία βαδίζουν εκείνοι που διάλεξαν τη στενή και δύσκολη οδό, παρά εκείνοι που διάλεξαν την ευρύχωρη και πλατιά. Άκουσε και τον μακάριο Λουκά που λέει ότι αφού μαστιγώθηκαν οι Απόστολοι, αναχώρησαν από το συνέδριο χαρούμενοι, αν και δεν είναι τέτοια η φύση του μαστιγώματος· γιατί το μαστίγωμα δεν προκαλεί ηδονή και χαρά, αλλά οδύνη και πόνο. Αν το μαστίγωμα για χάρη του Χριστού γέννησε χαρά, τι το θαυμαστό αν και η λοιπή κακοπάθεια και ταλαιπωρία του σώματος για χάρη του Χριστού φέρουν το ίδιο αποτέλεσμα;

90. Όταν τυραννούμαστε και αιχμαλωτιζόμαστε από τα πάθη, έχομε συχνά την απορία, γιατί τα υποφέρομε αυτά; Πρέπει λοιπόν να γνωρίζομε ότι επειδή απομακρυνόμαστε από την θεωρία του Θεού, συμβαίνουν σ' εμάς τέτοιες αιχμαλωσίες. Αν όμως προσηλώσει κανείς το νου του χωρίς περισπασμούς στον Κύριο και Θεό μας, είναι αξιόπιστος αυτός, ο Σωτήρας των όλων, να λυτρώσει την ψυχή από κάθε εμπαθή αιχμαλωσία, όπως λέει ο προφήτης: «Έβλεπα τον Κύριο πάντοτε μπροστά μου, ότι ήταν στα δεξιά μου για να μην κλονιστώ». Και τι γλυκύτερο και ασφαλέστερο από το να έχει κανείς πάντοτε τον Κύριο στα δεξιά του να τον σκεπάζει, να τον φυλάγει και να μην τον αφήνει να κλονιστεί; Το να το επιτύχομε αυτό, εξαρτάται από εμάς.

91. Σωστά είπαν οι Πατέρες και δεν παίρνει αντίρρηση, ότι δεν βρίσκει ο άνθρωπος ανάπαυση διαφορετικά, αν δεν βάλει βαθιά μέσα του ένα τέτοιο λογισμό, ότι μόνο αυτός και ο Θεός είναι στον κόσμο, χωρίς να περιπλανιέται σ' ο,τιδήποτε ο νους του, αλλά Εκείνον μόνο να ποθεί, σ' Εκείνον μόνο να είναι προσκολλημένος. Αυτός θα βρει την πραγματική ανάπαυση και ελευθερία από την τυραννία των παθών. Γιατί λέει η Γραφή: «ενώθηκε μ' εσένα η ψυχή μου και σ' ακολουθεί· με κράτησε στερεά το δεξί Σου χέρι».

92. Η φιλαυτία, η φιληδονία και η φιλοδοξία διώχνουν από την ψυχή τη μνήμη του Θεού. Η φιλαυτία γεννά αφάνταστα κακά, κι όταν λείψει η μνήμη του Θεού, τότε σηκώνεται μέσα μας η ταραχή των παθών.

93. Εκείνος που έβγαλε με τη ρίζα από την καρδιά του τη φιλαυτία, εύκολα θα νικήσει και τα λοιπά πάθη με την βοήθεια του Κυρίου. Γιατί από τη φιλαυτία γεννιούνται και η οργή και η λύπη και η μνησικακία και η φιληδονία και η θρασύτητα· επειδή εκείνος που νικήθηκε από τη φιλαυτία, είναι αιχμάλωτος και των λοιπών παθών. Φιλαυτία είναι η εμπαθής διάθεση και φιλία προς το σώμα και η εκπλήρωση των σαρκικών θελημάτων.

94. Ό,τι αγαπά κανείς, με αυτό επιθυμεί να βρίσκεται αχώριστα και αδιάλειπτα και αποστρέφεται όλα όσα τον εμποδίζουν από την συνομιλία και συναναστροφή με αυτό. Είναι λοιπόν φανερό, ότι εκείνος που αγαπά το Θεό, επιθυμεί με πόθο να βρίσκεται συνέχεια και να συναναστρέφεται μαζί Του. Αυτό έρχεται σ' εμάς με την καθαρή προσευχή. Γι' αυτήν την προσευχή ας φροντίσομε με όλη μας τη δύναμη. Γιατί αυτή από τη φύση της μας κάνει οικείους και φίλους με τον Κύριο. Τέτοιος ήταν εκείνος που έλεγε: «Θεέ μου, Θεέ μου, σ' Εσένα προσεύχομαι από πολύ πρωί· σ' έχει διψάσει η ψυχή μου». Προσεύχεται από πολύ πρωί στο Θεό εκείνος που απομάκρυνε το νου του από κάθε κακία και είναι πληγωμένος αγιάτρευτά από τον θείο έρωτα.

95. Έχομε μάθει ότι από την εγκράτεια και την ταπείνωση γεννιέται η απάθεια, κι από την πίστη, η πνευματική γνώση. Από αυτά προχωρεί η ψυχή στη διάκριση και την αγάπη. Αφού οικειοποιηθεί τη θεία αγάπη, ανεβαίνει προς το ύψος της με τα φτερά της καθαρής προσευχής ακατάπαυστα, μέχρις ότου φτάσει στην πλήρη γνώση του Υιού του Θεού και γίνει τέλειος άνδρας με την πλήρη τελειότητα που είχε ο Χριστός, όπως λέει ο Απόστολος.

96. Με την πρακτική αρετή υποδουλώνεται η επιθυμία και χαλιναγωγείται ο θυμός. Με την πνευματική γνώση και τη θεωρία, ο νους παίρνει φτερά, και αφού σηκωθεί ψηλά από τα υλικά, αναχωρεί προς το Θεό και αποκτά την αληθινή μακαριότητα.

97. Ο πρώτος αγώνας μας είναι να ελαττώσομε τα πάθη και να τα νικήσομε κατά κράτος. Δεύτερος αγώνας είναι η απόκτηση των αρετών και να μην αφήσομε άδεια και άπρακτη την ψυχή μας. Τρίτο αγώνισμα του πνευματικού δρόμου είναι να φυλάγομε άγρυπνα τους καρπούς των αρετών και των κόπων μας. Γιατί έχομε προσταγή, όχι μόνο να εργαζόμαστε με κόπο, αλλά και να φυλάγομε άγρυπνα.

98. «Να έχετε πάντα ζωσμένη τη μέση σας, και τα λυχνάρια σας αναμμένα», λέει ο Κύριος. Ζώνη καλή της μέσης με την οποία μπορούμε να γίνομε ελαφροί και ευκίνητοι, είναι η εγκράτεια ενωμένη με ταπείνωση καρδιάς. Εγκράτεια εννοώ την αποχή από όλα τα πάθη. Φλόγα του πνευματικού λυχναριού είναι η καθαρή προσευχή και η τέλεια αγάπη. Εκείνοι λοιπόν που ετοίμασαν τον εαυτό τους με αυτόν τον τρόπο, είναι πράγματι όμοιοι με ανθρώπους που περιμένουν τον Κύριό τους, οι οποίοι όταν έρθει και χτυπήσει την πόρτα, αμέσως θα ανοίξουν και θα μπει μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα και θα κατοικήσουν σ' αυτόν μακάριοι οι δούλοι, τους οποίους όταν έρθει ο Κύριος θα τους βρει να είναι έτοιμοι.

99. Πρέπει ο μοναχός, ως υιός να αγαπά το Θεό με όλη την καρδιά και με όλη τη διάνοια· ως δούλος να ευλαβείται και να υπακούει σ' Αυτόν και με φόβο και τρόμο να εκτελεί τις εντολές Του. Πρέπει να είναι θερμός κατά το πνεύμα, ντυμένος με την πανοπλία του Αγίου Πνεύματος, να ζητεί την απόλαυση της αιώνιας ζωής και να εκτελεί όλα τα διαταγμένα χωρίς να παραλείπει τίποτα, να έχει νήψη και να φυλάγει την καρδιά του από πονηρούς λογισμούς, να έχει ακατάπαυστα τη θεία μελέτη με αγαθές σκέψεις, να εξετάζει κάθε ημέρα τον εαυτό του για τους κακούς λογισμούς και πράξεις και να διορθώνει ό,τι σφάλμα έκανε. Να μην υπερηφανεύεται όμως για όσα κατορθώνει, αλλά να λέει ότι είναι άχρηστος δούλος και ότι απέχει πολύ από το να εκπληρώσει εκείνα που οφείλει, και να ευχαριστεί τον Άγιο Θεό και σ' Αυτόν να αποδίδει τη χάρη των κατορθωμάτων της αρετής. Να μην κάνει τίποτε από κενοδοξία ή για να αρέσει στους ανθρώπους, αλλά να ασκεί την αρετή κρυφά και μόνο τον έπαινο από το Θεό να ζητά. Προπάντων και πάνω απ' όλα, να έχει περιχαρακωμένη την ψυχή του με ορθόδοξη πίστη, σύμφωνα με τα θεία δόγματα της Εκκλησίας που διατύπωσαν οι θεοκήρυκες Απόστολοι και οι άγιοι Πατέρες. Εκείνοι που ζούν έτσι, θα έχουν πολλή ανταπόδοση, ζωή ατελεύτητη, διαμονή ακατάλυτη κοντά στον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, την ομοούσια και τρισυπόστατη Θεότητα.

100. «Τέλος του λόγου μας —είπε ο Εκκλησιαστής— να ακούς το παν· να φοβάσαι το Θεό, να τηρείς τις εντολές Του· αυτό είναι όλος ο άνθρωπος». Εγώ, λέει, σου δείχνω συνοπτικό και σύντομο δρόμο σωτηρίας: να φοβάσαι το Θεό και να τηρείς τις εντολές Του. Όχι να έχεις τον προκαταρκτικό φόβο για την κόλαση, αλλά τον τέλειο, εκείνον που φέρνει στην τελειότητα, τον οποίο οφείλομε να έχομε για την στοργική αγάπη Εκείνου που τον διέταξε. Γιατί αν δεν κάνομε αμαρτίες για το φόβο της κολάσεως, είναι φανερό ότι αν δεν υπήρχε η τιμωρία, θα αμαρτάναμε, αφού η προαίρεσή μας κλίνει προς την αμαρτία. Αν όμως απέχομε από τα κακά επειδή τα μισήσαμε και όχι για την απειλή της κολάσεως, τότε εργαζόμαστε τις αρετές από αγάπη προς τον Κύριο, φοβούμενοι μην τυχόν παρασυρθούμε στο κακό. Όταν φοβόμαστε μην τυχόν παραβλέψομε καμία εντολή, αυτός ο φόβος είναι αγνός, που γίνεται μόνο για το καλό, και καθαρίζει τις ψυχές μας και ισοδυναμεί με την τέλεια αγάπη. Εκείνος που έχει αυτόν τον φόβο και τηρεί τις εντολές, αυτός είναι «όλος ο άνθρωπος», δηλαδή ο τέλειος, που δεν του λείπει τίποτε. Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας φοβηθούμε το Θεό και ας φυλάξομε τις εντολές Του για να είμαστε τέλειοι και ολοκληρωμένοι στις αρετές και να έχομε φρόνημα ταπεινωμένο και καρδιά με συντριβή, λέγοντας συνεχώς την ευχή του θείου και μεγάλου Αρσενίου προς τον Κύριο: «Θεέ μου, μη με εγκαταλείπεις· κανένα καλό δεν έκανα ενώπιόν Σου, αλλά δος μου για την ευσπλαχνία Σου να βάλω αρχή». Γιατί ολόκληρη η σωτηρία μας εξαρτάται από τους οικτιρμούς και τη φιλανθρωπία του Θεού. Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμη και η προσκύνηση, στον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες. Αμήν.

----------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, β΄τόμος, σελ. 12-33) Αναρτήθηκε από

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου